Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Τρεις εβδομάδες.β΄

Μια χαραμάδα στον σκοτεινό ορίζοντα άνοιξε ο ήλιος, ρίχνοντας τις πρώτες του ακτίνες σαν προβολέας, που σιγά σιγά φωτίζει την σκηνή ενός θεάτρου. Ο Στέφανος εδώ και ώρα καθόταν στο μπαλκόνι και χάζευε το θέαμα, περιμένοντας να δράσει το παυσίπονο που είχε πάρει για το χέρι του. Επειδή ο πόνος ήταν δυνατός στην αρχή, όλες του αισθήσεις είχαν επικεντρωθεί στο χτύπημα, αλλά όσο η ώρα πέρναγε και το παυσίπονο έκανε τη δουλειά του, έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται τη Μαργαρίτα. 
«Δεν είσαι με τα σωστά σου, παλιόγερε!», μονολόγησε και μπήκε μέσα να ξαπλώσει.
Ούτε αυτό βοήθησε. Κάρφωσε τα μάτια του, που δεν έλεγαν να κλείσουν, στο ταβάνι. Τι το ’θελε; Το πρώτο πράγμα που είδε ήταν δύο καστανά μάτια, πάνω σε ένα μικρό προσωπάκι, πλαισιωμένο με κοντά κατακόκκινα μαλλιά. «Θα σταματήσεις, επιτέλους; Δεν ντρέπεσαι, λίγο; Ζήτημα να έχει κανένα χρόνο που έχει τελειώσει το σχολείο...... Σύνεθλε......», αλλά μάταιος κόπος. Είτε ανοιχτά είτε κλειστά η μορφή της ήταν εκεί να τον παιδεύει.
Έκανε μια προσπάθεια να σκεφτεί, την Μαρία. Που να βρισκόταν άραγε; Είχε φτάσει καλά; 
«Αλήθεια, πόσο χρονών να είναι το αγόρι της  Μαργαρίτας; Σίγουρα συνομήλικος ή κανένα χρόνο μεγαλύτερος.». Από που ξεπήδησε πάλι αυτή η σκέψη, δεν ήθελε να το ψάξει. Ήταν από τα φάρμακα, δεν υπήρχε άλλη λογική εξήγηση. Βέβαια, ο ίδιος, δεν ήταν πολύ μεγάλος.... Τι; Ήταν; Σιγά! Ακόμη ούτε τα τριάντα οκτώ δεν είχε πατήσει καλά καλά. Αλλά αυτή; Πόσο να ήταν; Δέκα οχτώ; Είκοσι, με τίποτα. Τι παιχνίδια παίζει καμιά φορά το μυαλό........
Χωρίς να το καταλάβει, τον πήρε ο ύπνος.
Το χτύπημα στην πόρτα ακούστηκε πιο επίμονο αυτή τη φορά. «Ποιος είναι, πρωί πρωί;», ρώτησε ο Στέφανος κάνοντας να σηκωθεί.
«Στέφανε; Εγώ, η Μαργαρίτα είμαι. Είσαι καλά;», ακούστηκε πίσω από την πόρτα η φωνή του πρωινού του εφιάλτη. «Μεσημέριασε και επειδή δεν εμφανίστηκες.... ανησύχησα...», συνέχισε ακάθεκτη.
«Ωραία..... Τώρα την πάτησα.», σκέφτηκε ο Στέφανος.
«Περίμενε λίγο...... Καλά είμαι..... Κατέβα κι έρχομαι....», τον έπιασε πανικός. Που είναι το παντελόνι, το μπλουζάκι..... τα παπούτσια....... «Γαμώτο!!!!», φώναξε.
«Σίγουρα είσαι καλά; Μήπως θες βοήθεια;», ξαναρώτησε η Μαργαρίτα.
«Ωχ, ακόμη απ’ έξω είναι;», ήρθε η επόμενη σκέψη.
«Ναι.... δηλαδή Όχι!!! ΟΧΙ!», της απάντησε ενώ προσπαθούσε με ένα χέρι να βάλει το παντελόνι του. «Κατέβα κι έρχομαι σου λέω. Θα τα καταφέρω. Παρήγγειλέ μου ένα σκέτο καφέ σε παρακαλώ μιας και πας κάτω».
«Γαμώτο!!!! Γαμώτο!!!!», αυτή τη φορά το είπε από μέσα του. Σταμάτησε για λίγο, να πάρει μια ανάσα. Ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι είναι τόσο δύσκολο, να κάνει κανείς τα πιο απλά πράγματα, με μόνο ένα χέρι.  Κοίταξε το ρολόι του. Πότε πήγε δύο το μεσημέρι; Συνέχισε να ντύνεται, με πιο αργούς ρυθμούς αυτή τη φορά. Πέρασε ένα τέταρτο μέχρι να τα καταφέρει. Βγήκε από το δωμάτιο, έκλεισε την πόρτα και κατέβηκε τα σκαλιά με κατεύθυνση την καφετέρια του συγκροτήματος. Μόλις έφτασε, κοντοστάθηκε. Η Μαργαρίτα ήταν αυτή; Γιατί ξαφνικά του φαινόταν μεγαλύτερη τώρα; Το φόρεμα που ήταν αιθέριο και μακρύ ως τον αστράγαλο; Η στάση που καθόταν στην καρέκλα και έπινε τον χυμό της; Το βάψιμο στο πρόσωπο; Δεν μπορούσε να καταλάβει. Την προηγούμενη μέρα του φάνηκε κοριτσάκι, ενώ σήμερα έβλεπε μπροστά του μια όμορφη, νέα γυναίκα. «Μήπως τελικά χτύπησα στο κεφάλι και όχι στο χέρι;», αναρωτήθηκε.
Εκείνη μόλις τον είδε σηκώθηκε και χαμογέλασε. Μια σειρά από κατάλευκα δόντια έκαναν την εμφάνισή τους, σε αντίθεση με την μαυρισμένη της επιδερμίδα. Πότε ήταν η τελευταία φορά που είδε ένα τέτοιο όμορφο χαμόγελο; Δεν μπόρεσε να θυμηθεί. Δεν είχε σημασία άλλωστε. Κάθισε στην καρέκλα απέναντί της και ανταπέδωσε το χαμόγελο.
«Τώρα νομίζω ότι μπορώ να σου πω μια καλημέρα..... Συγγνώμη για πριν.... Τα παυσίπονα.... Καταλαβαίνεις.....», της είπε.
«Δεν πειράζει. Σημασία έχει να είσαι καλά και να μην πονάς. Δεν ήξερα τι καφέ ήθελες και σου παρήγγειλα ελληνικό..... Ο οποίος, μόλις έρχεται....».
«Ο ελληνικός μια χαρά μου ακούγεται. Λοιπόν; Τι έχεις κατά νου να κάνουμε σήμερα; Μόνο να είναι κάτι που να μπορώ να κάνω με ένα χέρι.....».
«Ωραία, λέω να πάμε για ορειβασία, τι λες;».
Κόντεψε να του βγει ο καφές από τη μύτη. Όταν σήκωσε το κεφάλι του και την είδε να σκάει στα γέλια, γέλασε κι εκείνος.
«Καλή είσαι εσύ! Πρώτα μου σπας το χέρι, τώρα θες να σπάσεις και το πόδι μου! Τι θα κάνω μαζί σου, μου λες;».
«Είσαι υπό την επίβλεψή μου, έτσι;».
«Έτσι.»
«Ωραία, γιατί σήμερα έχω σκοπό να σου δείξω το αγαπημένο μου μέρος σε αυτό το νησί.».
Την κοίταξε με δυσπιστία και απορία μαζί κι εκείνη χαμογέλασε ξανά.
«Μη φοβάσαι. Δεν πρόκειται να σε ανεβάσω σε κανένα βουνό. Θα πάμε σε ένα πολύ όμορφο μέρος να σου κάνω το τραπέζι. Στο χρωστάω άλλωστε....».
«Μαργαρίτα.... Θέλω να σε ρωτήσω κάτι..... Βέβαια, ποτέ δεν ρωτάνε την ηλικία μιας κυρίας, αλλά.....», δίστασε.
«Είκοσι πέντε.», τον διέκοψε. «Πάντα λέω πόσο χρονών είμαι. Αν και λένε ότι, όταν μια γυναίκα λέει την πραγματική της ηλικία, σκέψου τι είναι ικανή ακόμη να πει. Αλλά γιατί ρωτάς;».
«Να.... μου φάνηκες πολύ μικρότερη και.....»
Του χαμογέλασε ξανά. «Αυτό είναι καλό. Δεν είναι;».
«Ναι, είναι... Απλά νόμιζα ότι είσαι κάτω από δεκαοχτώ...»
«Και φοβήθηκες μήπως είμαι ανήλικη. Ε, λοιπόν δεν είμαι, είσαι εντάξει τώρα;».
«Ναί. Νομίζω, πως καλό είναι, να ξεκαθαρίζονται από την αρχή αυτά.», ξεφύσησε ανακουφισμένος.
Τέλειωσε τον καφέ του, εκείνη τον χυμό της και βγήκαν από την καφετέρια, με κατεύθυνση το αυτοκίνητό της. 

8 σχόλια:

  1. Γεια σου βρε Σταυρούλα! Μου αρέσεις! Όσο σε γνωρίζω στο γράψιμο τόσο περισσότερο μου αρέσεις.
    Βλέπω και το χιούμορ σου που δένει τόσο όμορφα με την υπόθεση. Τι να σου πω!
    Θα περιμένω την εξέλιξη λοιπόν!! Για να δούμε που θα τον οδηγήσει αυτή η γνωριμία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ε..όχι και 38 και παλιόγερος υπάρχουν και μεγαλύτεροι που διαβάζουν και αγριεύουν!χα!χα!

    Προβλέπω μπερδέματα με τις ηλικίες:))


    Καλό σου μήνα με φιλιά θαλασσινά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Χριστόφορε,
    δεν ξέρω πραγματικά που το πάνε αυτοί οι δυο. Θα δείξει. Γράφωντάς το θα καταλήξει κάπου, αλλά ούτε εγώ ξέρω που.....
    Χαίρομαι που σου αρέσει και δεν γίνομαι βαρετή.
    Να είσαι καλά!!!! Την καλησπέρα μου!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Zoyzoy,
    εντάξει δεν είναι μεγάλος. Εγώ ας πούμε του ρίχνω τρία χρόνια στα αφτιά..... αλλά για την Μαργαρίτα ίσως είναι, τι λες; Αν και ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά.... Πάντως εκεί θέλω να το πάω.... στο μπέρδεμα με τις ηλικίες....
    Φιλιά πολλά πολλά, γλυκιά μου!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τσιγάρο Κρέας ....

Να διευκρινίσω αρχικά ότι δεν θέλω να επιτεθώ σε κανέναν. Μια σκέψη θέλω να καταθέσω, επειδή τυγχάνει να είμαι και καπνίστρια και ......